Την Δ’ Κυριακή των Νηστειών προβάλλεται η μορφή και το έργο του μεγάλου ασκη­τικού συγγραφέως Ιωάννου του επονομαζομένου της «Κλίμακος» και κατ’ επέ­κτα­ση ονοματίσθηκε έτσι και η Κυριακή.

Ο Ιωάννης έζησε τον 6ο αι. Ονομάζεται Σι­να­ΐτης, από το Μοναστήρι του Σινά, της αγίας Αικατερίνης, στο οποίο είχε εγκα­τα­βι­ώ­σει και του οποίου ε­χρη­μάτισε και ηγούμενος. Ακόμη, ονομάζεται της «Κλίμακος» ονο­μάζεται, επειδή το μο­ναδικό βιβλίο που συνέγραψε φέρει τον τίτλο «Κλίμαξ», δη­λα­δή σκάλα, επειδή ο­δη­γεί από τα χαμηλά στα υψηλά, από τα πρώτα στάδια της πνευ­­­ματικής ζωής στα υ­ψη­­λότερα και τελειότερα.

Το βιβλίο αυτό γράφτηκε για να α­πο­­τελέσει ένα «εγχειρίδιο» για τους μοναχούς κατά παραγγελία του ηγουμένου τους Ι­­ω­άννου της μονής της Ραϊθού. Εκτός, όμως αυτού, το εμπνευσμένο αυτό βιβλίο, α­πο­τέλεσε και αποτελεί ένα οδηγό για όλους τους Ορθοδόξους κάθε εποχής επειδή με εν­άργεια πε­ριγράφει τους πνευματικούς αγώνες και τα εμπόδια που συν­αντούμε όλοι μας στην πο­­ρεία μας προς τον Ουρανό.

Περιέχει «τριάκοντα λόγους, ών έκαστος περι­λαμ­βάνει μίαν α­ρετήν από των πρα­κτι­κών επί τας θεωρητικάς προχω­ρού­ντες αναβι­βά­ζουσι τον άν­­­θρω­πον ως δια βαθμίδων τι­­­νων εις ουράνιον ύψος», ό­πως ε σημειώνει ο λπίδος και αγάπης» ύστοχα ση­μει­ώ­νει ο ιε­ρός Συν­αξαριστής. Μέσα στους 30 λόγους αυτής της «ορθόδοξης εγκυ­κλο­παί­δειας της πνευματικής ζωής» εισάγει τη ψυχή στον πνευματικό αγώνα και στη διά­κριση των λογισμών.

Διδάσκει την πρακτική εφαρμογή των ευαγγελικών εντολών και ο­δη­γεί όσους ακούσουν και εφαρμόσουν όσα γράφει στην αιώνια ζωή. Οι τίτλοι κά­­ποι­ων από τους λόγους αυ­τούς είναι: «Περί της του μα­ταίου βίου βιαίας αποταγής», «Πε­­ρί ξενιτείας, εν ή και πε­ρί ονείρων», «Περί αορ­γη­σίας και πραότητος», «Περί πο­λυ­­­λογίας και σιωπής», «Πε­ρί διακρίσεως λογισμών και πα­θών και αρετών», «Περί της ι­ε­ράς μητρός των αρετών προ­σευχής», «Περί του συν­δέσμου της εναρέτου Τριάδος εν α­­ρεταίς πίστεως, ελπίδος και αγάπης» κ.ά.

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας, καταδεικνύει ότι τα πάθη συνδέονται στενά μεταξύ τους· είναι μία αλυσίδα και το ένα προέρχεται από το άλλο. Πολλές φορές χρησι­μο­ποι­­εί τους όρους μητέρες των παθών και θυγατέρες των παθών προκειμένου να δείξει την εσω­τερική σχέση τους. Πολλές φορές το έ­να πάθος δίνει τόπο στο άλλο. Την υπε­ρη­­φά­νεια, για παράδειγμα ακο­λου­θεί πολλές φορές η πορνεία και την οίηση η πλάνη. Ο μι­κρόψυχος και δειλός άνθρω­πος πάσχει από δύο πά­θη: την φιλοσωματία καί την ο­λι­­γοψυχία. Η φιλοσωματία είναι ση­μείο της απιστί­ας και η ολιγοπιστία μητέρα της κο­λά­σεως που γεννά την ακηδία.

Μερικά από τα όντως πολύτιμα διδάγματα του αγίου καλό θα ήταν να μελετήσουμε. Γράφει, λοιπόν, ότι, για να μπορέσουμε όμως να πλησιάσουμε το Θεό πρέπει να βγά­λου­με από μέσα μας οτιδήποτε άλλο έχουμε θεοποιήσει.

Ν’ ελαφρώσουμε την καρδιά μας από οποιοδήποτε άλλο βάρος και να ετοιμάσουμε το θρόνο για να καθίσει ο Θεός. Πρέπει να επιφέρουμε την ολοκληρωτική αλλαγή στην όλη την ύπαρξη μας, ζώντας την ζω­ή της μετανοίας. Κι αυτό γιατί όπως και πάλι τονίζει ο Άγιος, μετάνοια σημαίνει αν­α­­νέωση του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεόν για νέα ζωή. Με­τα­νοών σημαίνει αγοραστής της ταπεινώσεως.

Μετανοών σημαίνει μόνιμος απο­κλει­σμός κάθε σωματικής παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψις αυτοκατακρίσεως. Α­με­ριμνησία για όλα τα άλλα και μέριμνα για τη σωτηρία του εαυτού μας. Μετάνοια ση­μαί­νει θυγατέρα της ελπίδος και αποκήρυξις της απελπισίας. Μετάνοια σημαίνει κατάδικος απηλλαγμένος από αισχύνη. Διότι, όπως πολύ χαρακτηριστικά παρατηρεί, της μετα­νοί­ας όμως προηγείται η γνώση του εαυτού μας.

Πρέπει να δούμε σε βάθος ποιοι ακρι­βώς είμαστε. Να αποκτήσουμε την πολυπόθητη αυτογνωσία, βγάζοντας από μέσα μας τον Φαρισαίο, χαμηλώνοντας το ανάστημα μας, σκύβοντας το κεφάλι μας. Για να συμπλη­ρώσει, σαν καταφέρω να δω κατάματα τον εαυτό μου, χωρίς υπεκφυγές, περιστροφές, ω­­ραιοποιήσεις, χωρίς να τον ξεχωρίζω Φαρισαϊκά από τους άλλους, σαν μπορέσω να φω­­νάξω αλλοίμονο σε μέ­να τον άθλιο, τότε έχω πατήσει και στο σκαλοπάτι της τα­πεί­νω­­σης. Ταπείνωση και αυτογνωσία είναι αρετές αλληλένδετες. Η μια προϋποθέτει την άλ­­­λη και η μια οδηγεί στην άλλη.

Χωρίς αυτογνωσία δεν γίνεται κανείς ταπεινός και χω­­­ρίς ταπεινοφροσύνη δεν είναι δυνατόν να γνωρίσεις, ποίος και τί ακριβώς είσαι. Τε­λικά θα καταλήξουμε στην αγάπη, που είναι ο Ουρανός στην γή. Αγάπη είναι ο Θε­­ός, από αγάπη για μας έγινε άνθρωπος και ήρθε ανάμεσα μας, για αγάπη μίλησε. Ό­λες οι προσπάθειες μας, όλες οι θυσίες μας, κι αυτοί οι χτύποι της καρδιάς μας, στο ρυ­θμό της αγάπης Του πρέπει να χτυ­πούν.

Λέ­­γει, λοιπόν, ο άγιος πατέρας, ότι, αυτός που θέ­λει να ομιλεί για την αγάπη είναι σαν να επιχειρεί να ομιλεί για τον ίδιο το Θεό… η α­γάπη, ως προς την ποιότητα της εί­ναι ομοίωσις με τον Θεόν, όσο βέβαια είναι δυνα­τόν στους ανθρώπους.

Ως προς την εν­έρ­γεια της, μέθη ψυχής. Ως προς τις ιδιότητες της, πηγή πίστεως, άβυσσος μακρο­θυ­μίας, θάλασσα ταπεινώσεως. Η αγάπη χορηγεί την χά­ρη της προφητείας, η αγάπη πα­ρέ­χει την δύναμη της θαυματουργίας, η αγάπη είναι άβυσσος της Θείας ελλάμψεως, η α­γά­πη είναι η πηγή του Θεϊκού πυρός –όσο περισ­σό­τερο πυρ αναβλύζει, τόσο περισσότερο κα­ταφλέγει εκείνον που διψά. Η αγάπη είναι η στά­ση και η εδραίωση των Αγγέλων, η πρόοδος εις τους αιώνες όλων των εκλεκτών του Θεού.

Τέλος, χρήσιμο είναι να υπογραμμίσουμε την παρατήρηση που διατυπώνει για την νη­στεία των τροφών, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: χαίρεται ο Ιουδαίος τα Σάββατα ή τις εορτές, και ο γαστρίμαργος μοναχός το Σάββατο και την Κυριακή.

Από καιρό υπο­λο­­γίζει το Πάσχα και από πολλές ημέρες ετοιμάζει τα φαγητά. Ο δούλος της κοιλίας σκέ­­πτεται με τι είδους φαγητά θα εορτάσει, ο δε δούλος του Θεού με τι χαρίσματα θα πλου­τίσει. Ο κοιλιόδουλος, όταν έλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ολόκληρος από την α­γά­­­πη –αγάπη που προέρχεται από την γαστριμαργία– και θεωρεί ως αναψυχή του α­δελ­­φού την ιδική του κατάλυση! Επί παρουσία ορισμένων άλλων απεφάσισε την κα­τά­λυ­ση οίνου, και νομίζοντας πως κρύβει την αρετήν του, υποδουλώθηκε στο πάθος του.

Μιλώντας λοιπόν για τη Μ. Τεσσαρακοστή, μιλώντας για ασκητικότητα, για νη­στεί­α, για ανακαίνιση του πνεύματος, για επανατοποθέτηση των πράξεών μας και επανα­δι­ορ­γάνωση του εαυτού μας, είναι απαραίτητο εφόδιο ο θησαυρός των εμπειριών του αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη. Γι’ αυτό και στα μοναστήρια, παλαιότερα, αυτή την πε­ρί­οδο, μαζί με όλα τα άλλα, άρχιζαν να διαβάζουν και το περισπούδαστο αυτό έρ­γο, την «Κλίμακα».

Πο­λύ σοφά έπραξε η Εκκλησία μας και αφιέρωσε μια από της πέντε Κυριακές της Με­γάλης Τεσσαρακοστής στο μεγάλο αυτό Πατέρα και παράλληλα μάς προτρέπει να μη διστάσουμε και να μη δειλιάσουμε να αναλάβουμε τον ανοδικό μας δρόμο, έχο­ντας σαν σύμβουλο τις πολύτιμες εμπειρίες του. Οι ψηλές κορφές δεν χα­ρί­ζονται μα κατακτούνται με τον κόπο μας και την Χάρη του Θεού· κι ο δικός μας κό­πος λέγεται ταπεινοφροσύνη, όπως μας λέγει πάλι ο άγιος: εί­ναι η ανώνυμη χάρη της ψυχής, η οποία μπορεί να ονομασθεί μόνο από όσους την δο­κί­μασαν εκ πείρας.

Εί­ναι ανέκφραστος πλούτος, ονομασία του Θεού, δωρεά του Θεού, εφ’ όσον εκείνος λέ­γει: «Μάθετε ουκ απ’ Αγγέλου, ουκ απ’ ανθρώπου, ουκ από δέλτου, αλλ’ απ’ εμού», δηλαδή από την ενοίκηση μου και την έλλαμψη μου και την ενέργεια μου μέ­σα σας, «ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και τω λογισμώ και τω φρονήματι, και ευρήσετε ανάπαυσιν πολέμων και κουφισμόν λογισμών ταις ψυχαίς υμών».