Αύξηση κατέγραψε η μέση ταχύτητα του Διαδικτύου το 2019 σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, αλλά παραμένει χαμηλή εάν συγκριθεί με αυτήν άλλων χωρών.

Οπως προκύπτει από την Εκθεση Ανοιχτού Διαδικτύου 2019-2020 της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), η μέση ταχύτητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο στη χώρα μας, πέρυσι, ανήλθε σε 20,03 Mbps, έναντι 16,39 Mbps και 13,17 Mbps τα έτη 2018 και 2017, αντιστοίχως.

Από το 2016 η μέση ταχύτητα των ευρυζωνικών συνδέσεων ενισχύεται, με την άνοδο να αποδίδεται στην αύξηση χρηστών με συνδέσεις δικτύων νέας γενιάς (VDSL, FTTx).

Το 2019, σε σύγκριση με το 2018, αυξήθηκε ο αριθμός των πακέτων με υψηλότερες ονομαστικές ταχύτητες, μειώθηκαν δηλαδή οι χρήστες με συνδέσεις ADSL 24 Mbps, ενώ ενισχύθηκαν οι χρήστες με πακέτα 50 και 100 Mbps.

Οι μετρήσεις αυτές απόδοσης αφορούν, όπως σημειώνει η έρευνα, μόνο τα δίκτυα σταθερής, καθώς η ΕΕΤΤ δεν διεξήγαγε την αντίστοιχη έρευνα στην κινητή κατά τη χρονική περίοδο 1-5-2019 έως 30-4-2020.

Κι αυτό επειδή προέβη στη σύναψη σύμβασης για την αναβάθμιση του μετρητικού εξοπλισμού που διαθέτει για μετρήσεις δεικτών ποιότητας κινητών επικοινωνιών κατά το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς και αναμένεται, έως το τέλος του 2020, να ολοκληρωθεί η παραλαβή του αναβαθμισμένου εξοπλισμού.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η μέση ταχύτητα των 20,03 Mbps είναι χαμηλή συγκριτικά με αυτήν άλλων χωρών. Οπως προκύπτει από τον δείκτη για την ταχύτητα ευρυζωνικών συνδέσεων της εταιρείας Ookla, η Ελλάδα, σε σύνολο 174 χωρών, καταλαμβάνει την 91η θέση, με τον παγκόσμιο μέσο όρο καθόδου (download) να είναι 78,26 Mbps.

Πάντως, κατά την έξαρση της πανδημικής κρίσης τα ευρυζωνικά δίκτυα άντεξαν.

Παρότι, σύμφωνα με την ΕΕΤΤ, σημειώθηκε μικρή πτώση της απόδοσης, με κορύφωση κατά το διάστημα 16-29 Μαρτίου 2020, αυτή αντιμετωπίστηκε (όπου κρίθηκε απαραίτητο) με αύξηση της χωρητικότητας, χωρίς την ανάγκη λήψης εκτάκτων μέτρων διαχείρισης της κίνησης από τη ρυθμιστική αρχή.

Πέρυσι καταγράφηκε βελτίωση και στη διαφάνεια και στην ενημέρωση των τελικών χρηστών ως προς, για παράδειγμα, τις πρακτικές διαχείρισης κίνησης και περιορισμού όγκων δεδομένων.

Ωστόσο, κατά την έρευνα του οργανισμού, «ανεπάρκειες παρατηρούνται ακόμα στην ενημέρωση των συνδρομητών για τις ταχύτητες, γεγονός που διαπιστώθηκε και σε δειγματοληπτικούς ελέγχους της ΕΕΤΤ σε σημεία πώλησης».

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΕΛΕΒΕΓΚΟΣ (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)