Του Βασίλη Κόκκαλη, βουλευτή Λάρισας ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία

Η Ελλάδα είτε είναι μία πολύ τυχερή είτε μία πολύ άτυχη χώρα. Αν ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί της τα ξέρουν όλα και δεν έχουν ανάγκη να συμβουλεύονται ούτε την αντιπολίτευση ούτε τους κοινωνικούς φορείς ούτε την κοινωνία των πολιτών, τότε μπορούμε να κοιμόμαστε γαλήνιοι τα βράδια. Αν, όμως, δεν τα ξέρουν όλα και παρόλα αυτά κυβερνούν ως να είναι οι κάτοχοι της μοναδικής αλήθειας, τότε φοβάμαι πως έχουμε μεγάλο πρόβλημα. Και μάλλον η κοινωνική πλειοψηφία θα πρέπει να ανησυχεί από τις κούφιες πρόσφατες εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη για το πώς θα αξιοποιηθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Κι αυτό γιατί το κυβερνητικό σχέδιο, το οποίο παραμένει μια βιτρίνα δίχως ακόμα να γνωρίζουμε το «εμπόρευμα», επιβεβαιώνει τους φόβους και του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία πως αφορά τους λίγους κι όχι τους πολλούς.

Το έλλειμμα διαβούλευσης για την αξιοποίηση των πόρων δεν είναι απλώς ένα τυπικό ζήτημα χωρίς ουσία, ιδίως αν ληφθεί υπόψη πως το Ταμείο θα έχει διάρκεια ζωής που ξεπερνά την τετραετία της παρούσας κυβέρνησης, επομένως δεσμεύεται και η επόμενη. Κι αυτό γίνεται χειρότερο από το ότι μας έχει ανακοινωθεί πως θα έρθει στη Βουλή όχι για διαβούλευση, επεξεργασία και συμπερίληψη προτάσεων της αντιπολίτευσης, αλλά ως τετελεσμένο, ως ένα ακόμα επικοινωνιακό σόου σε βάρος του μέλλοντος της ελληνικής κοινωνίας. Υπενθυμίζουμε- για να γίνει ακόμα πιο εύληπτη η διαφορά αντίληψης και πρακτικής- οτι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2018 εκπόνησε την Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική μέσω περιφερειακών αναπτυξιακών συνεδρίων σε όλη τη χώρα, αξιοποιώντας τις προτάσεις των παραγωγικών φορέων και της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Τι κρύβεται πίσω από τα μεγάλα λόγια

Όλα αυτά, πάντως, θα μπορούσαμε και να τα παραβλέπαμε αν διαπιστώναμε ότι το κυβερνητικό σχέδιο έχει ως προτεραιότητα την κοινωνική πλειοψηφία και τις ανάγκες της. Πίσω, όμως, από τις πομφόλυγες για αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο κρύβεται η μημονιακή λογική από την οποία τόσο πολύ υπέφερε ο ελληνικός λαός. Πώς, άραγε, θα ωφεληθούν οι εργαζόμενοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι αγρότες, οι συνταξιούχοι και οι άνεργοι από την εξαφάνιση, για παράδειγμα, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τις μειώσεις μισθών κι εργασιακών δικαιωμάτων, τις φορολογικές μειώσεις για τα βαριά πορτοφόλια, τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, την ιδιωτικοποίηση βασικών υποδομών και κοινωνικών υπηρεσιών, ακόμα και της Υγείας, της Παιδείας και του Ασφαλιστικού; Και τα χρήματα, μάλιστα, θα περάσουν μέσα από τις τράπεζες, που όλοι ξέρουμε πόσο «γενναιόδωρα» αντιμετωπίζουν τους μικρομεσαίους. Όλα αυτά είναι γραμμένα στο σχέδιο Πίσσαρίδη, το οποίο είναι το «ευαγγέλιο» της κυβερνητικής πρότασης.

Πρέπει, ωστόσο, να ομολογήσουμε ότι τη νέα φτωχοποίηση του πληθυσμού η κυβέρνηση ξέρει να την «αμπαλάρει» καλά. «Θα δημιουργήσουμε 180.000 θέσεις εργασίας μέσα σε έξι χρόνια», πανηγυρίζει ο κ. Μητσοτάκης, ξεχνώντας όμως να μας πει πως οι άνεργοι είναι ήδη 1.150.000 κι αυτός ο αριθμός αναμένεται να μεγαλώσει, ελπίζουμε όχι δραματικά, όταν λήξουν τα κυβερνητικά ημίμετρα με τις αναστολές εργασίας. Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, έσπευσε να βάλει τον πήχη χαμηλά, υποσχόμενος πως η απασχόληση θα επιστρέψει το 2027 στο επίπεδο του 2019. Πώς να μην αναρωτιόμαστε, συνεπώς, πού θα πάνε όλα αυτά τα δισεκατομμύρια αν δεν κατευθυνθούν προς την αντιμετώπιση της ανεργίας με ένα σοβαρό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και κινήτρα για τη δημιουργία βιώσιμων κι αξιοπρεπών θέσεων εργασίας; 

Απαιτείται και πρόγραμμα άμεσης επανεκκίνησης

Καλά είναι, εξάλλου, τα μεγάλα κι οραματικά, αλλά τα χρήματα από τις Βρυξέλλες θα αργήσουν έτσι κι αλλιώς να έρθουν την ώρα που πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν ξέρουν αν θα μπορέσουν καν να επαναλειτουργήσουν μόλις δοθεί το πράσινο φως, ελλείψει στοιχειώδους κεφαλαίου κίνησης, με ό,τι βεβαίως συνεπάγεται κάτι τέτοιο και για τις θέσεις εργασίας. Γι’ αυτό, πέρα από το σχέδιο για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, απαιτείται κι ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα άμεσης επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας, στήριξης των εργαζομένων, των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το οποίο περιλαμβάνεται στο κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Αντιθέτως, η κυβέρνηση που εν μέσω πανδημίας αίρει την προστασία της πρώτης κατοικίας, διαλύει τις εργασιακές σχέσεις και ιδιωτικοποιεί την επικουρική ασφάλιση είναι φανερό ότι δεν συμβαδίζει με τις κοινωνικές ανάγκες. Η φθορά της, ωστόσο, ξεκίνησε, είναι πλέον δίχως επιστροφή κι αυτό είναι πολύ καλό νέο για τον τόπο.