Εφιαλτικές στιγμές βίωσαν τέσσερις γυναίκες που έπεσαν θύματα Revenge porn! Οι επιτήδειοι υπέκλεψαν τους κωδικούς τους στα social media και απαιτούσαν από κάθε μία γυναίκα 1.000 ευρώ για να μην δημοσιεύσουν σκηνές από την προσωπική τους ζωή.

Για περίπου έναν μήνα οι άτυχες γυναίκες που μπήκαν στο στόχαστρο των δραστών της νέας υπόθεσης Revenge porn, είχαν χάσει τον ύπνο τους, ενώ ταυτόχρονα μίλησαν στις αστυνομικές αρχές που έδρασαν τάχιστα και κατάφεραν εξιχνιάσουν την υπόθεση.

Οι άνδρες του γραφείου της Δίωξης του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ασφάλειας της Λάρισας έδωσαν τέλος στην «ομηρία» των τεσσάρων γυναικών και σχημάτισαν δικογραφία σε βάρος ενός άνδρα που μένει στην Αττική, αλλά και αγνώστου αριθμού συνεργών του για τα αδικήματα της «εκδικητικής πορνογραφίας σε βαθμό κακουργήματος», «εκβίασης τετελεσμένης και σε απόπειρα» και «απάτη σε παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφορίων ή δεδομένων».

Οι τέσσερις καταγγελίες των γυναικών έγιναν σε διάστημα ενός μήνα και συγκεκριμένα από τις 16 Δεκεμβρίου του 2022 έως και τις 16 Ιανουαρίου του 2023.

Οι αστυνομικοί κινήθηκαν αστραπιαία και κατάφεραν να αποκρυπτογραφήσουν τον τρόπο δράσης των επιτήδειων και να κατασχέσουν κατά τη διάρκεια των ερευνών τους, ένα laptop, ένα κινητό τηλέφωνο και 23 αποδείξεις συναλλαγών εταιρίας κρυπτονομισμάτων μέσω ΑΤΜ.

Οι εκβιαστές, αφού πρώτα είχαν παραβιάσει προφίλ γνωστών τους προσώπων στις πλατφόρμες του Facebook και του Ιnstagram, στη συνέχεια συνομιλούσαν με τα υποψηφία θύματά τους.

Εκμεταλλευόμενοι τις ελλιπείς, τεχνικές γνώσεις των θυμάτων ως προς την ασφαλή χρήση και πλοήγηση στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, κατόρθωναν και αποκτούσαν πρόσβαση στους προσωπικούς τους λογαριασμούς στο Facebook και το Instagram.

Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, όμως, παραβίαζαν τους λογαριασμούς των θυμάτων τους και με απατηλά μηνύματα στα οποία τούς ανέφεραν ότι απεικονίζονται σε ροζ ιστοσελίδα του διαδικτύου και τους προέτρεπαν να μπουν σε λινκ, όπου έπρεπε να εισάγουν τους κωδικούς τους.

Έτσι, οι δράστες, που γνώριζαν τα στοιχεία εισόδου των εν λόγω μέσων κοινωνικής δικτύωσης των θυμάτων τους, αποκτούσαν πρόσβαση στους λογαριασμούς και αλλάζοντας τα στοιχεία εισόδου, δηλαδή, username και password, κατόρθωναν να έχουν αυτοί την αποκλειστική χρήση, αποκλείοντας την επανασύνδεση των κανονικών κατόχων.

Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι δράστες να είχαν άμεση πρόσβαση στις συνομιλίες των παθόντων, αλλά και σε αποθηκευμένα βίντεο και φωτογραφίες που σε κάποιες περιπτώσεις απεικόνιζαν πολύ προσωπικές στιγμές των θυμάτων.

Αμέσως μετά οι εκβιαστές επικοινωνούσαν με τα θύματά τους και αφού τα ενημέρωναν ότι είχαν «χακάρει» τους λογαριασμούς τους, ζητούσαν μέχρι και 1.000 ευρώ για να μην δημοσιεύσουν τα ευαίσθητα προσωπικά τους δεδομένα.

Προκειμένου να πιέσουν τα θύματά τους για να ενδώσουν στους εκβιασμούς, προχωρούσαν στην αποστολή του επίμαχου υλικού σε κάποιες από τις επαφές, ή τις αναρτούσαν στις δημοσιεύσεις του παραβιασμένου προφίλ.

Έπειτα, καθοδηγούσαν τα θύματά τους να καταθέσουν τα χρήματα σε ψηφιακό πορτοφόλι, συνήθως μέσω ΑΤΜ κρυπτονομισμάτων και για τον σκοπό αυτό έδιναν στα θύματά τους έναν λογαριασμό χρήστη (account id).

Τέλος, εφόσον τα θύματά τους κατέβαλαν τα χρήματα που απαιτούσαν οι δράστες, οι τελευταίοι διέγραφαν τις επίμαχες εικόνες και βίντεο, ενώ σε περίπτωση που δεν έπαιρναν τα λεφτά, ενεργούσαν εκδικητικά και τις κοινοποιούσαν σε μεγάλο αριθμό χρηστών.

Mαρίνος Αλειφέρης - newsit.gr