Η νεοελληνική πραγματικότητα είναι πλούσια σε πρακτικές και νοοτροπίες που αποτέλεσαν τροχοπέδη στην ανάπτυξη, τον εκσυγχρονισμό και την καλλιέργεια εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες. Χαρακτηριστική είναι η δράση των συντεχνιών - κυρίως των κρατικοδίαιτων. Οι συντεχνίες, συνεισέφεραν στη διατήρηση της οθωμανικής παράδοσης στη λειτουργία του κράτους. Πρόκειται για αντιπαραγωγικούς μηχανισμούς που λειτουργούν ως τσιφλικάτα, με τους επικαρπωτές να αναπτύσσουν μια ιδιότυπη ιδιοκτησιακή αντίληψη. Είναι αυτή η αντίληψη που καλλιεργήθηκε εν μέσω προκλητικών παροχών και προνομίων, θωρακίστηκε από έναν λαϊκίστικο συνδικαλισμό και είχε καταλυτική συνεισφορά στη δημιουργία της φούσκας της πλασματικής ευημερίας.

Με καθοριστική τη συμμετοχή των διοικούντων, η προνομιακή–επιλεκτική αντιμετώπιση, μετέβαλε σταδιακά τις διάφορες συντεχνίες σε μικρούς δυνάστες που έφτασαν να θεωρούν περίπου ως αυτονόητο να απαιτούν τα μέγιστα από το - πτωχευθέν πλέον - κράτος. Οι προνομιούχες αυτές μειοψηφίες, ανέπτυξαν μια λογική «ρετιρέ» που τους υπαγόρευε ότι πάντοτε κάποιος τους χρωστάει κάτι. Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι διακρίθηκαν από ένα φάσμα ανατολίτικων συμπεριφορών, με «τεμενάδες» και «τερτίπια» για επιδόματα κι επιδοτήσεις αλλά και «νταβατζιλίκια» ή «τσαμπουκάδες» απαιτήσεων για ακόμα περισσότερες παροχές. Αυτές τις συμπεριφορές διδάχθηκε και μιμήθηκε ο λαός, εξαργυρώνοντας την ψήφο του με τους πολιτευτές και τους συνδικαλιστές που μοίραζαν τα (δι)κομματικά πόστα. Το πρόβλημα μπορεί να εμφανίζεται ως πολιτικό και οικονομικό, έχοντας όμως ριζώσει βαθιά στην κοινωνία, είναι πρωτίστως πρόβλημα πολιτισμικό. Και το έλλειμμα στην αξιοπιστία, κοστίζει πολύ περισσότερο από αυτό της οικονομίας...

Μια πολιτική παροχών που εξαρτιόταν από την ισχύ της εκάστοτε συντεχνίας και όχι από την παραγωγικότητα, παρέσυρε ένα μεγάλο κομμάτι του κοινωνικού ιστού σε λάθος δρόμους, αφού όλοι έμαθαν – μέχρι και απειλώντας - να απαιτούν βραχυπρόθεσμα προσωπικά οφέλη. Οι χρονίζουσες κακές πολιτικές, δημιούργησαν «κακομαθημένες» επαγγελματικές ομάδες, οι οποίες γνώριζαν πως το κράτος πάντοτε βρίσκει τον τρόπο να τους προσφέρει επιπρόσθετα κονδύλια και προνόμια.

Έτσι γιγαντώθηκαν «θηρία» που στράφηκαν τελικά ενάντια στο κράτος και την κοινωνία. Οι πολιτικοί, ως καλοί «θηριοδαμαστές», συνήθισαν να καλομεταχειρίζονται κατευνάζοντας τους εκάστοτε προνομιούχους με παροχές, εν μέσω μιας συνεχούς αλληλεξάρτησης του κράτους με τον (δι)κομματισμό. Αυτός ο φαύλος κύκλος, αναπαρήγαγε τη στασιμότητα, την παρεμβατικότητα, την εσωστρέφεια, την απαξίωση, το πρόχειρο και το προσωρινό. Το μέγεθος του προβλήματος αποκαλύφθηκε μόνον όταν οι κρουνοί των δανεικών έπαψαν να ρέουν στο χορό της δικής μας εικονικής πραγματικότητας. Έτσι, φτάσαμε σήμερα στο σημείο να καλείται και πάλι η κοινωνία να πληρώσει βαρύ τίμημα, με τη συνεχή λιτότητα και τα σκληρά οικονομικά μέτρα. Διότι οι περισσότεροι από τους διαχειριστές της εξουσίας που φέρουν - μαζί με την ασυλία τους - την κύρια ευθύνη, καταξιώθηκαν και καρπώθηκαν «αγωνιζόμενοι» για τα συμφέροντα των συντεχνιών με πρώτη και ισχυρότερη τη δική τους συντεχνία...

Η προνομιακή αντιμετώπιση των συντεχνιών αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα κακοδιαχείρισης στο νεοελληνικό κράτος. Οι αλόγιστες παροχές μέσω δανεικών και οι σπατάλες των ευρωπαϊκών κονδυλίων ήταν τα «δώρα», ο Δούρειος Ίππος των πολιτικών που, ως άλλοι Δαναοί κατέλαβαν τη δική μας Τροία και χαμήλωσαν το βιοτικό μας επίπεδο. Σήμερα, δικαιώνονται όσοι - σε ρόλο Λαοκόωντα - προειδοποιούσαν τότε για τον επερχόμενο κίνδυνο. Ωστόσο δεν εισακούστηκαν, όχι μόνον γιατί τα λόγια τους ήταν μη αρεστά και μη αριστερά αλλά και διότι δεν ενισχύθηκαν από τα παπαγαλάκια των Μ.Μ.Ε. που σήμερα κόπτονται για τη χρεοκοπία της χώρας...