Με ένα πολύ ωραίο άρθρο της στη Lifo η Βολιώτισσα τηλέ-μαγείρισσα Ελένη Ψυχούλη υμνεί τη Λάρισα για τις προτάσεις διασκέδασης που διαθέτει. Έγραψε σχετικά:

Όταν ήμουν μικρή (βολιώτισσα), ο Βόλος μισούσε τους Λαρισαίους, που ήταν βλάχοι αλλά είχαν όλο το πακέτο από τα βαμπάκια του κάμπου και η Λάρισα σιχαινόταν τους βολιώτες, που είχαν το Πήλιο, τη θάλασσα και τη σνομπ αύρα μιας παλιάς κουλτούρας. Τώρα, η Θεσσαλία κινείται πάνω στην άσφαλτο των καινούριων δρόμων αδελφωμένη, όλη μια γειτονιά. Οι καρδιτσιώτες έρχονται για καφέ στην παραλία του Βόλου, οι Λαρισαίοι τρώνε στο Βόλο, οι Βολιώτες την πέφτουν με λαχτάρα στην τσίκνα και τις ψησταριές της Λάρισας μετά τα ψώνια στο ΙΚΕΑ, τα Τρίκαλα κατεβαίνουν καθημερινά για κοκτέιλ στην πλατεία Ταχυδρομείου της θεσσαλικής πρωτεύουσας και όλοι μαζί τα “σπάνε” μέχρι πρωίας στα επικά “Χίλια Χείλια” στα διονυσιακά ξεδώματα του Σαββατοκύριακου. Οι πόλεις που ξέρουν από τσίπουρο, φέτα και σπληνάντερο, διασταυρώνονται στις τοπικές αρτηρίες, πίσω από την πηχτή σαν γαλαξιακό νεφέλωμα ομίχλη του κάμπου, που κάνει τις διαδρομές να μοιάζουν με ραντεβού στα τυφλά. 

Η Λάρισα ζει όλο το εικοσιτετράωρο μέσα στην αχλή μιας ορεκτική τσίκνας. Χιλιάδες ψησταριές, μια αέναη λαχτάρα για σουβλάκι και όχι μόνο, που σε τραβάει σαν τον μαγεμένο αυλό του Μότσαρτ από τη μύτη: καμμιά σχέση με την αθηναϊκή μυρωδιά των σουβλατζίδικων. Εδώ όλα μυρίζουν αυθεντική βαρβατίλα, καλό κρέας, παράδοση, Πάσχα στο χωριό. 

Εσύ θα αδιαφορήσεις για τα μαγαζιά νουβοτέ, του τύπου σουβλάκι νέας γενιάς και θα πας καρφί στον Αδάμο (Πανός 9, 2410530566).Τρεις γενιές και 80 χρόνια πείρα στο λουκούμι-ψητό, με το σωστό αλάτι, τραγανό απ’έξω, να λιώνει από μέσα. Σπεσιαλιτέ το αρνάκι στη σούβλα, αυτό που θα σε υποδεχτεί ξαπλωμένο στη βιτρίνα, κοκορέτσι, παντός τύπου κεμπάπ και κοτόπουλο, δυό βήματα από την κεντρική πλατεία.   Kubrick   Η πόλη διχάζεται ανάμεσα σε δυό θρησκείες, της ψησταριάς και του καφέ. Ο οποίος πίνεται μετά μανίας όλο το 24ωρο, όρθιος στα χέρια των υπέρκομψων κυριών που τον περιφέρουν ως το πλέον απαραίτητο αξεσουάρ από βιτρίνα σε βιτρίνα την ιερή στιγμή του shopping ή καθιστός, στην πλατεία Ταχυδρομείου κατά προτίμηση. 

Τα Mikel από δω ξεκίνησαν μην το ξεχνάς. Καφές υπερπαραγωγή με πορτιέρηδες-τοποθετητές που θα κάνουν το παν να σου βρουν μια γωνίτσα στον παράδεισο ανάμεσα στους χιλιάδες θαμώνες του καφεδώματος, που εδώ ταυτίζεται με το ανελέητο κουτσομπολιό, την ψυχανάλυση, τη χαλάρωση, το φλερτ αλλά και το ξεσάλωμα και τα υψηλότερα των mainstream ντεσιμπέλ, όταν αρχίζει να εναλλάσσεται με κοκτέιλ στο βάθος της νύχτας. 

Το μεγαλύτερο τζέρτζελο γίνεται στο κλασικό Arco, στο Kubrick, στο Κλίμαξ, το οποίο εκτός από το τοπικό είδος καπουτσίνο θα σου συστήσει και όλο τον άκρως ενδιαφέροντα, θεσσαλικό αμπελώνα με τα καλύτερα κρασιά του, το Δικαστικό (Παπακυριαζή 19) και το Rat Pack (Δευκαλίονος 12) και την καλύτερη μουσική.   

Στον δρόμο των καινοτόμων ιδεών που κέρδισαν τις καρδιές όλης της Ελλάδας, η Λάρισα-αλλά και η Θεσσαλονίκη τώρα πια-απαντούν "ναι" με ενθουσιασμό στο ερώτημα "Θες γάλα;" Οι αυτόματοι πωλητές των πιο γαλατένιων ΑΤΜ, γεμίζουν όπως παλιά το γυάλινο μπουκάλι σου με συνεταιριστικό γαλατάκι μικρής παραγωγής, ακόμη και μέσα στη μαύρη νύχτα, όταν κοιμούνται οι υπόλοιπες αγορές.   

Κι ενώ η πλατεία Ταχυδρομείου ψηφίζει καφέ, η πείνα βρίσκει το δικό της στέκι στο Φρούριο. Τα γραφικά δρομάκια γύρω από το πιο ψηλό σημείο της πόλης, σκέψου κάτι σαν Πλάκα ή Λαδάδικα, φιλοξενούν τα καλά εστιατόρια, τα μεζεδοπωλεία στα οποία η Λάρισα δηλώνει μια φανερή αδυναμία, τις ταβέρνες, τις ψησταριές και τα ταχυφαγεία, ό,τι τρώγεται μπροστά σου. Στη Λάρισα μην περιμένεις γκουρμεδιές αιχμής. Το γαστρονομικό τοπίο καθηλωμένο στη δεκαετία του ’80, θεωρεί ακόμη πρωτοπορία το ψαρονέφρι με σος δαμάσκηνο και το μοσχαρίσιο φιλέτο με σος γλυκό κρασί. 

Για σένα που έχεις φάει και το πιο προχωρημένο, κάτι τέτοιο αντιστοιχεί σε νοσταλγική βουτιά, την οποία ευχαρίστως θα βάλεις για μια νύχτα στη ζωή σου, ιδιαίτερα αν σου προκύψει και καλομαγειρεμένο, όπως στην περίπτωση του Umami (Φιλελλήνων & Βύρωνος, 2410 259992). 

Ο Μάνος Γκοτσούλιας, σεφ και ιδιοκτήτης, περιγράφει την κουζίνα του εναλλακτική και σε ένα πανέμορφο, ιστορικό χώρο, μαγειρεύει πρασινάδες με γκότζι μπέρις, λαυράκι με χόρτα και τραγανές πατάτες, ριζότο με μελάνι σουπιάς, σωστά ψημμένο φιλέτο, κοτόπουλο γεμιστό με θυμάρι, λιαστή ντομάτα και καπνιστό τυρί και εντυπωσιακά γλυκά που θα συνοδεύσεις με το εξαιρετικό τοπικό κρασί του Μίγα. 

Κλασική “καλή” αξία και η μεσογειακή Ελιά και κάπαρη (Δ. Φιλελλήνων 62, 2410 256169), όπου ο σεφ Αχιλλέας Μπράνος, βάζοντας ενίοτε στην κατσαρόλα του και βιολογικές πρώτες ύλες, μαγειρεύει χοιρινό με κρέμα και μουστάρδα, πουγκάκια γεμιστά με ανθότυρο, λιαστή ντομάτα, σύγκλινο και γραβιέρα, ζαρκάδι μαριναρισμένο με κόκκινο κρασί και σάλτσα κάστανου, πιάτα τεράστια, με πληθωρικές γεύσεις, σε ντεκό τούβλο με λευκή τραπεζοκαρέκλα. 

Αν ψήφιζα το πιο κουκλίστικο λαρισινό, αυτό θα ήταν η Akamatra (Βύρωνος 5, 2414 00 3803), η οποία αποδεικνύεται εκτός από ξόχαρη και πολύχρωμη και πολύ προκομμένη, με μια αυλή ποίημα και διάφορα χαριτωμένα που μεταφράζουν με σημερινά λόγια την ολίγον κιτς αισθητική της γιαγιάς. Εδώ θα βρεις νόστιμο κότσι, μακαρονάδα με φέτα και λιαστή ντομάτα, κοτόπουλο τηγανιά, κοκκινιστά κεφτεδάκια με πουρέ γλυκοπατάτας και γενικά μια καθημερινή κουζίνα σε «γκουρμέ» παρουσιαστικό και χαλαρή διάθεση στην ατμόσφαιρα. 

Όποιον «ψαγμένο» Λαρισαίο να ρωτήσεις «πού να πάω για φαί;» θα σε στείλει στο Just Wine Bar, το οποίο εδώ θεωρείται πρωτοπορία, τόσο για το ντεκόρ-λιτό, οριακά βιομηχανικό και ξύλινο-όσο για την αγάπη του για το κρασί-σπάνιες ετικέτες και ποικιλίες αλλά και βραδιές γευσιγνωσίας από τον ελληνικό αμπελώνα-και το φαγητό του, του τύπου μπρουσκέτα με λευκό ταραμά και χταπόδι, τηγανητός τραχανάς με λαχανικά, burger με black angus και μιλ-φέιγ με κρέμα Μαδαγασκάρης.    

Παρασκευοσαββατοκύριακο, προχωρημένη νύχτα και ως το πρωί, όλη τη Θεσσαλία θα τη βρεις μαζεμένη στα Χίλια Χείλια, που μόλις άνοιξαν και το εξίσου κεφάτο υποκατάστημά τους στο Βόλο. Πλήθος καλλιτεχνών, απαξάπαντα τα σουξέ της εποχής, όλα όσα ονειρεύτηκε το καλύτερο ελληνικό «μπουζούκι» νέας γενιάς, σε υπερ-ντεκόρ που σε κάνει να νοιώθεις άρχοντας, βυθισμένος σε λευκές πολυθρόνες κατευθείαν από το μπουντουάρ της μαντάμ ντε Πομπαντούρ. Μέχρι πρωίας... 

Πηγή: www.lifo.gr