Να επανεξετάσει το ζήτημα και να επαναφέρει το κατώτατο ποσοστό αναπηρίας για τους ασθενείς με Αυτισμό στο 67%, ώστε να μην απωλέσουν και το επίδομα που είναι απαραίτητο για την ίδια την επιβίωσή τους, καλεί την υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Έφη Αχτσιόγλου, ο αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Νέας Δημοκρατίας, αρμόδιος για θέματα Προστασίας του Πολίτη, βουλευτής Λαρίσης, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Το στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε ερώτησή του στην αρμόδια υπουργό, υπογραμμίζει ότι «τα μεγαλύτερα θύματα των πολιτικών που ασκούνται τα τελευταία χρόνια είναι οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, που βρίσκονται στο στόχαστρο ανάλγητων αποφάσεων, που θέτουν σε κίνδυνο ακόμη και αυτήν την επιβίωσή τους. Τελευταίο δείγμα αυτής της πρακτικής είναι τα παιδιά με Αυτισμό. Μετά τις δραματικές περικοπές που έγιναν στις θεραπείες αυτισμού και στις συντάξεις ορφανών παιδιών με Αυτισμό, κόβεται σε πολλούς σημερινούς δικαιούχους και το επίδομα αναπηρίας που είναι μοναδική πηγή επιβίωσης για τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά».
Συγκεκριμένα, ο Θεσσαλός πολιτικός, σημειώνει ότι «με δύο υπουργικές αποφάσεις και με τον νέο νόμο 4512/2018, υποβιβάστηκε το κατώτερο ποσοστό αναπηρίας του Αυτισμού στο 50%, από 67% και άνω που είχε καθιερωθεί το 2012, ενώ φαίνεται να αναιρείται έμμεσα και μερικώς η μονιμότητα της αναπηρίας του Αυτισμού. Σύμφωνα, λοιπόν, με καταγγελίες οργανώσεων γονέων και δημοσιεύματα του Τύπου («Ελεύθερος Τύπος», 8.2.18), η νέα νομοθεσία βασίζεται σε αυθαίρετα αντιεπιστημονικά κριτήρια, που δεν μπορούν να σχετιστούν με το ποσοστό αναπηρίας του Αυτισμού».
Ο κ. Χαρακόπουλος καταλήγει επισημαίνοντας ότι «μέχρι τώρα, όλα τα παιδιά με Αυτισμό οποιασδήποτε βαρύτητας, είχαν κατοχυρωμένο σαν ελάχιστο ποσοστό το 67% ή περισσότερο. Τώρα, μεγάλος αριθμός αυτών των παιδιών, θα χαρακτηρίζεται με μικρότερα ποσοστά (65%, 60%, 55%, 50% κ.λπ.) και έτσι δεν θα δικαιούται το επίδομα. Αντιθέτως, σε όλες τις χώρες που λειτουργεί ένα σοβαρό κράτος πρόνοιας ο Αυτισμός, όταν διαγιγνώσκεται, χαρακτηρίζεται με ποσοστό που εξασφαλίζει την παροχή επιδόματος και άλλων προνοιών κοινωνικής προστασίας».