Kατά του Λαρισαίου βουλευτή Κ. Μπαργιώτα στρέφεται ο ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας κάνοντας λόγο για «ασύστολη κινδυνολογία με το δήθεν ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και αρχαιολογικών μνημείων».
Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:
"Ο ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας καλωσορίζει την επίσημη έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας του κ. Κωνσταντίνου Μπαργιώτα, στην προσπάθειά του να συνεχίσει να εκπροσωπεί τους πολίτες της Λάρισας στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Αυτή τη φορά, κατά τα φαινόμενα, η προσπάθεια θα γίνει από τα ψηφοδέλτια του Κινήματος Αλλαγής, γιατί την προηγούμενη – για όσους έχουν κοντή μνήμη – ο κ. Μπαργιώτας εισήλθε στη Βουλή με το ψηφοδέλτιο του Ποταμιού – ήταν κάτι σαν το αγροτικό του δίπλα στον κ. Ψαριανό!
Είναι λοιπόν πολύ μικρό το πολιτικό ανάστημα του ανδρός για να απευθύνεται στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, κάνοντας λόγο για «όνειδος» σχετικά με το Υπερταμείο.
Κατά τα άλλα, την προεκλογική του εκστρατεία ο νυν βουλευτής της ΔΗΣΥ την ξεκίνησε σπεκουλάροντας και κινδυνολογώντας ασύστολα, με το δήθεν ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και αρχαιολογικών μνημείων, παίρνοντας αφορμή από ένα  νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση το 2016, όταν νομοθετούσε στο πλαίσιο μνημονιακών πολιτικών, πασχίζοντας να κρατήσει τη χώρα και την κοινωνία όρθιες.
Ξεχνάει όμως ο κ. Μπαργιώτας, όπως και η Νομαρχιακή Επιτροπή Λάρισας του ΚΙΝΑΛΛ, αλλά και ο πρόεδρος της ΝΟΔΕ Λάρισας της Ν.Δ., ότι από τις 20 Αυγούστου και μετά, η χώρα βρίσκεται εκτός των μνημονίων, έχει γυρίσει σελίδα και η κυβέρνηση έχει κιόλας αρχίσει να νομοθετεί τις δικές της πολιτικές ανακούφισης και ενίσχυσης των κοινωνικών στρωμάτων εκείνων που έπληξαν περισσότερο οι πολιτικές των μνημονίων και της κρίσης στην οποία έβαλαν τον τόπο οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ…
Στο δια ταύτα, είναι ξεκάθαρο ότι δεν μεταβιβάζονται, ούτε και θα μπορούσαν άλλωστε να μεταβιβαστούν, αρχαιολογικά μνημεία ή ακίνητα όπως αιγιαλοί, παραλίες, περιοχές Natura, δασικές εκτάσεις και λοιπές κατηγορίες εκτός συναλλαγής, όπως αναφέρει και η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών. Ο νόμος 4389/2016 εξαιρεί ρητά και ανεπιφύλακτα τα ακίνητα αυτά.
Σε πρώτη επεξεργασία, και βάσει των διαθέσιμων στοιχείων και πληροφοριών από τις βάσεις δεδομένων που δόθηκαν από το Εθνικό Κτηματολόγιο, διαμορφώθηκε μία αρχική λίστα. Επειδή όμως τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες σε κάποιες περιπτώσεις είναι ελλιπή ή δεν είναι επαρκώς επικαιροποιημένα με πλήρη και ακριβή στοιχεία, γι΄ αυτό ρητώς τέθηκε ως προϋπόθεση να γίνουν όλοι οι απαιτούμενοι επανέλεγχοι, ώστε να διασφαλισθεί ποια ακίνητα μπορούν και ποια όχι να μεταβιβασθούν. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα μεταβίβασης όσων ακινήτων εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του νόμου.
Το σύνολο των ακινήτων θα επανελεγχθεί, όπως αναφέρεται και στο ΦΕΚ, με την υποστήριξη όλων των αρμοδίων αρχών και φορέων. Για όλες τις εξαιρέσεις, κατά περίπτωση, θα αποφανθεί η εκάστοτε αρμόδια αρχή (Δασική Υπηρεσία, Εφορείες Αρχαιοτήτων, Κτηματικές Υπηρεσίες, κ.λπ.).
Τα αρχαιολογικά μνημεία της χώρας μας είναι πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων και των επόμενων γενεών και δεν τίθεται θέμα παραχώρησης. Η εξαίρεση στο νόμο είναι σαφής και δεν πρέπει  να παρερμηνεύεται.
Μετά τον επανέλεγχο και με τα στοιχεία που θα προκύψουν, θα επικαιροποιηθούν τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο Κτηματολόγιο. Γίνεται μία μεγάλη προσπάθεια πλήρους καταγραφής  των ακινήτων του Δημοσίου, διαδικασία που απαιτεί ευρεία συνεργασία.
Περαιτέρω και ανεξάρτητα από τις φημολογούμενες μεταβιβάσεις μνημείων που δεν αληθεύουν, είναι σημαντικό ότι η προσπάθεια δημιουργίας λίστας έγινε προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και όχι το αντίστροφο. Για όσα ακίνητα ξεκάθαρα και διαπιστωμένα δεν εμπίπτουν σε εξαιρέσεις, η ακριβής καταγραφή θα προσδώσει αξία, ειδικά καθώς σήμερα πολλά ακίνητα απαξιώνονται ή καταπατούνται ή είναι εντελώς αναξιοποίητα. Η αξιοποίηση θα γίνει στο πλαίσιο μίας μελετημένης στρατηγικής με στόχο την δημιουργία αξίας για την εθνική οικονομία και τις τοπικές κοινωνίες.
Όλα τα υπόλοιπα γίνονται μόνο για σπέκουλα, κινδυνολογία και προσωπική προβολή των εμπνευστών τους.
Οσο για τον διχαστικό λόγο που επιμένουν να εκφράζουν τα τοπικά στελέχη του Κινήματος Αλλαγής, φαίνεται ότι καθόλου δεν παραδειγματίζονται από τις διεργασίες που γίνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και στη χώρα μας. Η συνεργασία των αριστερών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων είναι μονόδρομος και έχει ήδη ξεκινήσει σε επίπεδο βάσης. Αν δεν το αντιληφθούν έγκαιρα θα καταλήξουν απλά στελέχη που δεν θα εκπροσωπούν κάτι πέρα από τον εαυτό τους."