Ο τίτλος του άρθρου αναφέρεται στο ποσοστό του βάρους που είναι ανάγκη να χάσουμε για να βελτιώσουμε σημαντικά την υγεία μας. Ακόμη και σε περιπτώσεις με αρκετά παραπανίσια κιλά, το αδυνάτισμα με αδυνατιστικά προϊόντα μπορεί να φανεί εξίσου ευεργετικό κι ας μην ξεπερνάει το 5% του συνολικού βάρους.

Αυτό δείχνουν οι τελευταίες μελέτες, με πιο πρόσφατη αυτή της Ιατρικής Σχολής του Σεντ Λούις στις ΗΠΑ. Συνήθως υπάρχει μεγάλη ανυπομονησία και βιασύνη όταν κάποιος αντιμετωπίζει προβλήματα με το βάρος του. Η έντονη επιθυμία για αλλαγή της εξωτερικής εμφάνισης και η ανάγκη για καλυτέρευση της ψυχολογικής κατάστασης είναι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε λανθασμένες εκτιμήσεις.

Είναι προφανές πως τα υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα πείθονται εύκολα από την ιδέα μιας γρήγορης δίαιτας και της εύκολης απώλειας βάρους. Πάντως σύμφωνα με τους επιστήμονες ακόμη και σε τέτοιες περιπτώσεις, το σωστό είναι να ακολουθηθεί μια αργή και σταθερή απώλεια βάρους με γνώμονα πάντα την καλύτερη υγεία.

Η έρευνα που έγινε στο Σεντ Λούις κατέληξε στο συμπέρασμα πως ακόμη και ένα ποσοστό απώλειας βάρους της τάξης του 5% , μείωνε σημαντικά τον κίνδυνο των ασθενών για διαβήτη και καρδιαγγειακές παθήσεις. Ακόμη πιο ενθαρρυντικά ήταν τα αποτελέσματα όσον αφορά τη διάθεση των ατόμων και τη μεταβολική λειτουργία του ήπατος.

Το σημαντικό είναι πως ένας ρεαλιστικός στόχος του 5% στην απώλεια βάρους μπορεί να λειτουργήσει θετικά στην ψυχολογία όλων, ακόμη και των παχύσαρκων ατόμων, αφού είναι κάτι που κατορθώνεται εύκολα ή δύσκολα.