του Μάξιμου Χαρακόπουλου*

Το πλακάτ που κρατούν οι διαμαρτυρόμενοι για νοθεία γράφει Hayir bitmedi/το Όχι δεν τελείωσε. Το ανέλπιστο για την αντιπολίτευση 49% του Hayir/Όχι σε μια προεκλογική εκστρατεία κατά την οποία για την επικράτηση του Evet/Ναι επιστρατεύθηκε το κράτος, τα τζαμιά, και η πλειοψηφία των ΜΜΕ, δικαιολογεί την εμφανή δυσθυμία του Ερντογάν στις δηλώσεις του μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος.
Μια νέα ημέρα, ωστόσο, ξημέρωσε στις ευρωτουρκικές αλλά και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά το πρόσφατο δημοψήφισμα στην Τουρκία που καθιστά "σουλτάνο" τον πρόεδρο της δημοκρατίας. Ουδείς μπορεί να προδικάσει την πορεία της γείτονος υπό την απόλυτη, πλέον, εξουσία του απρόβλεπτου Ταγίπ Ερντογάν.
Αν κάτι επιβεβαίωσε το, αμφισβητούμενο για το οριακό του αποτέλεσμα από διεθνείς παρατηρητές και αντιπολίτευση, δημοψήφισμα είναι ότι η Τουρκία είναι μια βαθιά διχασμένη χώρα. Η γεωγραφία του Ναι και του Όχι στον εκλογικό χάρτη είναι ενδεικτική. Τα παράλια, τα μεγάλα αστικά κέντρα, η Πόλη, η Σμύρνη –γκιαούρ Ιζμίρ/άπιστη Σμύρνη, έτσι την αποκαλεί ακόμη και τώρα ο Ερντογάν, με την ονομασία δηλαδή που είχε όταν η πλειοψηφία του πληθυσμού της ήταν ελληνική- η Αττάλεια, αλλά και η Άγκυρα, η πρωτεύουσα, έδωσαν την υπεροχή στο Όχι. Αντίθετα, στη μικρασιατική ενδοχώρα της Ανατολίας, εκεί όπου ζουν βαθύτατα συντηρητικοί και ευσεβείς μουσουλμάνοι, που βελτίωσαν την οικονομική και κοινωνική τους θέση στα χρόνια της διακυβέρνησης Ερντογάν, θριάμβευσε το Ναι.
Ωστόσο, έστω και οριακά, έστω και σε συνθήκες διχασμού ή ορθότερα τριχασμού -γιατί στο Όχι δεν συμπεριλαμβάνονται μόνον οι κοσμικοί, κεμαλικοί, εθνικιστές, αλεβίτες, αλλά και οι Κούρδοι που έχουν δικό τους όραμα για το αύριο- ο Ερντογάν αυτή τη στιγμή είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Σχεδόν 100 χρόνια μετά την μικρασιατική καταστροφή -για τους Τούρκους είναι kurtulus savasi/πόλεμος σωτηρίας- και την εγκαθίδρυση από τον Κεμάλ Ατατούρκ της Τουρκικής Δημοκρατίας που διαδέχθηκε την Οθωμανική αυτοκρατορία, ο Ερντογάν φιλοδοξεί να αναδειχθεί ως νέος Ατατούρκ (πατέρας των Τούρκων), με υπερεξουσίες σουλτάνου αλλά και χαλίφη, ηγέτη του σουνιτικού Ισλάμ. Με άλλοθι την απόπειρα πραξικοπήματος το καλοκαίρι, η Τουρκία του Ερντογάν διολισθαίνει καθημερινά σε μια ανατολικού τύπου δεσποτεία, με ενός ανδρός αρχή και ουσιαστική κατάλυση της διάκρισης των εξουσιών. Η αύξηση της βίαιης καταστολής, του αυταρχισμού, των διώξεων όχι μόνο κατά πολιτικών αντιπάλων που φυλακίζονται, αλλά και δημοσίων λειτουργών, εκπαιδευτικών, δημοσιογράφων, δικαστικών και αστυνομικών, η λογοκρισία στον Τύπο και η περιστολή της ελευθερίας του λόγου διευρύνουν το χάσμα της ΕΕ με την Τουρκία. Ουδόλως, όμως, δείχνει να ενδιαφέρεται η Άγκυρα για τις σχέσεις της με την Ευρώπη. Το αφήγημα για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, που συνεπάγεται την υποχρέωσή της να σεβαστεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες για να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια, εγκαταλείπεται για τα καλά, καθώς έχει κουράσει τους Τούρκους που αναμένουν πλέον του μισού αιώνα στον προθάλαμο της ΕΕ. Εξ ου και η απειλή Ερντογάν για επαναφορά της θανατικής ποινής. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι ανέβασε τους τόνους στην προεκλογική περίοδο απευθυνόμενος σε ευρωπαϊκές ηγεσίες με απίθανους χαρακτηρισμούς, όπως απόγονοι των ναζί. Και δεν του βγήκε σε κακό, καθώς ακόμη και οι Τούρκοι εκτός Τουρκίας, κυρίως στη Γερμανία και στην Ολλανδία, ψήφισαν μαζικά υπέρ του Ναι. Βεβαίως, πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι Τούρκοι μετανάστες προέρχονται κυρίως από τις φτωχές περιοχές της Ανατολίας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αξιοσημείωτο το ότι παιδιά δεύτερης και τρίτης γενιάς μεταναστών τουρκικής καταγωγής είχαν αυτήν την εκλογική συμπεριφορά. Η στάση τους εκ των πραγμάτων διευρύνει τον προβληματισμό για τις δυνατότητες ενσωμάτωσης μουσουλμανικών πληθυσμών στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Το ισχυρό Ναι είναι ένα καμπανάκι για την ακολουθούμενη πολιτική της λεγόμενης πολυπολιτισμικής Ευρώπης και αφορμή ενδοσκόπησης για το κατά πόσο αυτή πέτυχε ή απέτυχε.
Πάντως, ο Ερντογάν εκφράζει σε μεγάλο βαθμό την τουρκική κοινή γνώμη που θεωρεί ότι η Ευρώπη δεν τους θέλει γιατί είναι μουσουλμάνοι, και οι ευρωπαϊκές ενστάσεις για τα κριτήρια που δεν εκπληρούνται από την Άγκυρα είναι προφάσεις. Ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύτηκε αυτό στο έπακρο κατά την προεκλογική του εκστρατεία, επιμένοντας ότι η Ευρώπη είναι ένα χριστιανικό κλαμπ. Έφθασε στο σημείο να κάνει ολόκληρο σόου για τη συνάντηση που είχαν -με αφορμή τη συμπλήρωση των 60 χρόνων από την ιδρυτική διακήρυξη της Ρώμης για την τότε ΕΟΚ- οι Ευρωπαίοι ηγέτες με τον πάπα Φραγκίσκο, λέγοντας ότι είναι νέοι σταυροφόροι απέναντι στο Ισλάμ.
Από την άλλη πλευρά είναι χαρακτηριστικές οι συγκρατημένες δηλώσεις από Ευρωπαίους αξιωματούχους, που έχουν επίγνωση του πολυπαραγοντικού προβλήματος των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία και της δυνατότητας εκβιασμού της Άγκυρας με τα, εν αναμονή εξόδου στην Ευρώπη, εκατομμύρια των προσφύγων στα παραλία της Μικρασίας. Είτε μας αρέσει είτε όχι ο Ερντογάν είναι ο νικητής, για την ώρα, και πρέπει να βρεθεί ένα Modus Vivendi μαζί του. Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα που βρίσκεται σ’ αυτήν τη γειτονιά με τα τόσα προβλήματα. Η Τουρκία είναι μια πολυπληθής χώρα, η οποία βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι γεωφυσικό και εκμεταλλεύεται στο έπακρο αυτή τη στιγμή τη γεωστρατηγική της θέση και την αναστάτωση που υπάρχει στα νοτιοανατολικά της σύνορα. Η χώρα μας από την άλλη απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα πρέπει να δείξει αποφασιστικότητα και αυτοσυγκράτηση, ώστε να αποφύγουμε πιθανές εμπλοκές. Και βεβαίως να ενισχύσει την εικόνα του σοβαρού εταίρου και αξιόπιστου συμμάχου στην ασταθή περιοχή μας, στον οποίο μπορεί να βασίζεται η Δύση. Γι’ αυτό όμως, χρειάζεται το ταχύτερο δυνατό η Ελλάδα να ορθοποδήσει οικονομικά και να αναπροσαρμόσει την πολιτική της, με βάση τα νέα δεδομένα σε κλίμα εθνικής συνεννόησης.

(*)Ο δρ Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι αναπληρωτής τομεάρχης Εσωτερικών της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Λαρίσης.