Απάντηση στο ερώτημα πώς ρυθμίζεται η θερμοκρασία σε άτομα με σοβαρό τραυματισμό, όπως η κάκωση νωτιαίου μυελού, δίνει η Λυδία Τσουτσουμπή, ερευνήτρια στο Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Φυσιολογίας FAME Lab.
Μετά την κάκωση του νωτιαίου μυελού, σημειώνει, διακόπτεται η κεντρική ρύθμιση του μηχανισμού διατήρησης της θερμοκρασίας.
Οι εξασθενημένες ικανότητες του σώματος των ατόμων με κάκωση νωτιαίου μυελού, σύμφωνα με την ίδια, να ανιχνεύει αλλαγές στην θερμοκρασία περιβάλλοντος, η μη αποτελεσματική εφίδρωση και η αύξηση της αιματικής ροής κάτω από το επίπεδο της βλάβης προκαλούν αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος πάνω από το φυσιολογικό (36.6 ºC έως 37.6 ºC) ακόμα και σε ήπια θερμό περιβάλλον.
Για να εξηγήσει: «Αυτές οι βλάβες, σε συνδυασμό με την περιορισμένη κινητικότητα, δημιουργούν μια προδιάθεση στην υπερθερμία ή την υποθερμία, ο κίνδυνος των οποίων είναι μεγαλύτερος στα άτομα με τετραπληγία από τα άτομα με παραπληγία εξαιτίας της πιο εκτεταμένης διακοπής των αυτόνομων θερμορυθμιστικών μηχανισμών».
Άτυπες εκτιμήσεις για ασθενείς με κακώσεις νωτιαίου μυελού στην Ελλάδα αναφέρουν 18-22 νέα περιστατικά ανά 1.000.000 δηλαδή, τονίζει η Λυδία Τσουτσουμπή, 200 έως 240 περιπτώσεις ετησίως. Στην Ελλάδα σήμερα υπάρχουν περίπου 6.000 άτομα με κάκωση νωτιαίου μυελού και συναφή αναπηρία.
Τα ίδια τα άτομα με κάκωση νωτιαίου μυελού δηλώνουν ευαισθησία στην εκτεταμένη έκθεση τους σε ήπιο, πιο θερμό ή κρύο περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα αναφέρουν δυσκολία επαναφοράς της θερμοκρασίας του σώματός τους σε φυσιολογικά επίπεδα (π.χ. τρέμουλο για αρκετές ώρες μετά την επιστροφή τους σε περιβάλλον με φυσιολογική θερμοκρασία).
Επειδή, λοιπόν, τα προβλήματα που προκαλεί η έλλειψη της σωστής θερμορύθμισης και τα άτομα με κάκωση νωτιαίου μυελού αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων, τόσο στη χώρα μας, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο το εργαστήριο (Fame Lab, Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) πραγματοποιεί μία μελέτη με σκοπό την καλύτερη κατανόηση αλλά και πιθανά, τη βελτίωση της θερμορύθμισης των ατόμων.
Πιο συγκεκριμένα, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ερευνήτρια, στη συγκεκριμένη μελέτη πραγματοποιείται μη παρεμβατικός έλεγχος της θερμοκρασίας του σώματος και της αιματικής ροής ατόμων με κάκωση νωτιαίου μυελού σε διαφορετικά περιβάλλοντα (κρύο, ζεστό και θερμοουδέτερο περιβάλλον), προκειμένου να εντοπιστούν οι μηχανισμοί θερμορύθμισης που «υπολειτουργούν» και να βρεθούν πρακτικές λύσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με κάκωση νωτιαίου μυελού.
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης έρευνας και για την ολοκλήρωσή της, είναι απαραίτητη η συμμετοχή ατόμων με κάκωση του νωτιαίου μυελού και για το λόγο αυτό απευθύνει κάλεσμα σε όσους ενδιαφέρονται να συμβάλλουν, (άτομα με κάκωση νωτιαίου μυελού, που κατοικούν στα Τρίκαλα και τις γύρω περιοχές) να επικοινωνήσουν με το εργαστήριό μας.
Τέλος καταλήγει: «Η ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος, είναι ίσως η καλύτερα ελεγχόμενη ομοιοστατική λειτουργία του οργανισμού μας και διατηρείται σε ένα σχετικά σταθερό εύρος θερμοκρασιών, που κυμαίνονται από 36.6 έως 37.6 ºC, ανεξαρτήτως των περιβαλλοντικών συνθηκών.
Μόλις εκτεθούμε σε κάποιο μη φυσιολογικό περιβάλλον (π.χ. ζεστό ή κρύο) ο εγκέφαλος (υποθάλαμος) δίνει εντολή για διάφορες λειτουργίες που θα σταθεροποιήσουν τη θερμοκρασία του σώματος μας, όπως την εφίδρωση και την αυξημένη αιματική ροή στα άκρα ή τη μειωμένη αιματική ροή στα άκρα και το ρίγος (τρέμουλο) για τη ζέστη και το κρύο αντίστοιχα.
Η μη αποτελεσματική ανταπόκριση του σώματος μας σε ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες, μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές ασθένειες (υπερθερμία, δηλαδή αύξηση της θερμοκρασίας σώματος ≥38°C ή υποθερμία, δηλαδή μείωση της θερμοκρασίας σώματος ≤35°C) μέχρι και σε θάνατο.
 Έχουν αναφερθεί κατά μέσο όρο 658 θάνατοι λόγο υπερθερμίας και 1301 λόγο υποθερμίας από το 1999. Όλα τα παραπάνω αναφέρονται σε αρτιμελή και πλήρως λειτουργικά άτομα».

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)